Πόσο απαλά έτρεχε το νερό

Φωτογραφία της Stamatina Vathi.

Ποίημα: Stamatina Vathi

10-9-2017

Πόσο απαλά έτρεχε το νερό,
σκέψη σταγόνα σε έναν καλπασμό.
Και αυτό έτρεχε πιο γοργά,
μου θύμιζε βλεφαρίδες του ήλιου,
γέλιο σαν φεγγάρι της πανσελήνου.
Και το νερό έγινε κύμα της θάλασσας γλυκό,
όπως χτυπά μελωδικά την όχθη σε ένα στοργικό χάδι,
παιχνίδι ζωντανό.
Άμμος ζεστή από του ήλιου τα χάδια,
να δροσίζεται από της θάλασσας τα νάζια.

Και ο ρυθμός έγινε σκοπός,
πήρα μια κιθάρα παρέα να μου θυμίζει το δικό σου φως.
Και όπως την γρατζουνούσα,
πετραδάκι που παρασύρει ο ποταμός,
θυμήθηκα δυο μάτια μαύρα, ο δικός μου θησαυρός.
Στάλαξε η καρδιά αγάπης αίμα,
έγινε φεγγαροαχτίδα, έγινε της νύχτας νεύμα.
Με πήρα αγκαλιά σε άλλο γαλαξία,
σε άλλη στεριά
και εγώ θυμόμουν δύο γάργαρα φιλιά, δυο χείλη λεία, μαγικά.

Έπεσε φύλλο μέσα στης ζωής το ρυάκι,
το παράσυρε πιο πέρα, σε ένα του ανέμου τραγουδάκι.
Ήρθε και η Πούλια, ήρθε και ο Αυγερινός
και εγώ καθόμουν σιμά του
και σε σκεφτόμουν με όλο μου το βιός.
Αυτό της ψυχής,
που είχες φυλακίσει ένα πρωί,
που το είχες δέσει με κλειδαριά από χρυσό όλης της γης.
Σε σκέφτομαι βιός της καρδιάς μου και της ζωής.
Είσαι μια αχτίδα από το υπερπέραν της προσμονής.

Φωτογραφία: Akis Prassakis

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Copyright © 2017. Web Design - Κατασκευή Ιστοσελίδας by