Poem : Stamatina Vathi
Ούρλιαξε…
17-6-2019
Τέτοια μοναξιά ήταν αφόρητα αποπνικτική.
Ήθελε αγέρα, αγέρα και φιλί.
Όλα τα θεωρούσε δυνατά,
να νικήσει, να καταπατήσει απόρθητα οχυρά.
Οι οιωνοί του έλεγαν
η νίκη ήταν μαζί του από την αρχή.
Ότι ζητούσε θα το αποκτούσε,
είχε απύθμενη δύναμη, ατσάλινη κόψη και λαβή.
Πάνω στην επιφάνεια από το γυάλινο νερό,
είδε την μορφή της,
ένα ολοστρόγγυλο πρόσωπο,
γλυκό και φωτεινό.
“Δεν είναι τίποτα αδύνατο ,
θα έρθω να σε βρω”.
Σήκωσε το βλέμμα με πείσμα και δύναμη πολλή,
αλλά αισθάνθηκε μια μαχαιριά να φτάνει βαθειά μέχρι την ψυχή.
Ματιά να σκίζει ολόκληρη τη γη.
Είδε… Είδε….
Πρόσωπο κύκλος λαμπερός,
αλλά η Σελήνη ήταν ψηλά,
φάρος δυνατός,
λαμπερός μακρινός νυχτερινός ουρανός.
Αλυχτούσε… Αλυχτούσε φοβερά.
Και η ψυχή πονούσε,
λάβα καυτή έρεε μέσα στην καρδιά.
Δάκρυ από τη γούνα του έπεσε κάτω καυτό,
εξαερώθηκε, έφτασε μέχρι τον στρογγυλό του θησαυρό.
“Νομίζεις ότι θα γίνω δικιά σου??
Νομίζεις ότι θα κατέβω κάτω να γευτώ τα άγρια φιλιά σου??
Την δύναμη δεν την φοβάμαι,
είμαι το αδύνατο…
Το ανικανοποίητο…
Θυμάσαι…?”
Μια αχτίδα έπεσε στην ματιά του
και μια άλλη πάνω στην καρδιά του.
” Κάθε βράδυ που λατρευτικά θα με θυμάσαι,
θα έρχεσαι και θα μου μιλάς,
φύλακας και εραστής μου θα είσαι…
Μοναχικός και άγριος, στην δική μου μορφή ευάλωτος…
Έτσι είναι η αγάπη….”
“Ούρλιαξε, ούρλιαξε δυνατά…
Να με θυμάσαι σε κάθε γη, σε κάθε ματιά. “