Poem: Stamatina Vathi
2-7-2018
Αντιπαλευούν τα θεριά.
Είναι αόρατα, κάνουν θόρυβο από παλιά.
Λυσσομανούν μέσα στην ψυχή,
βουνά που τρέμουνε, καταιγίδα και βροντή.
Ψάχνει, ψάχνει αδυσώπητα η καρδιά,
να βρει το χρυσό κλειδί να τα κλείσει έξω από τα λογικά.
Να δώσει της αγάπης το αθάνατο φιλί,
να φτάσει στο άπειρο, να εξυψωθεί.
Βρέχει αστέρια και φεγγάρια,
γη και ουρανό,
ανοίγει κλειδαρότρυπες σε δρόμους του αγαπώ,
σε θέλω, σε ποθώ.
Χρυσαφένια μου σελήνη σε αναζητώ…
Και η χρυσόσκονη πέφτει πάνω στα μαλλιά,
τρέχει μέχρι τον λαιμό,
στο στήθος, στα μπράτσα, κορμί γυμνό.
Είναι η κόρη της ζωής, όπως φεγγοβολά,
λάμπει σαν Θεά που την λατρεύεις αποθεωτικά.
Ρίχνει μια ματιά, ένα χαμόγελο, ένα βλέμμα που λέει πολλά.
Δεν σταματάς να την θαυμάζεις,
να την κοιτάς σαν θάλασσα βαθιά.
Είναι η κλειδούρχος της Γης και του Ουρανού,
της καρδιάς σου,
της ίδιας της ψυχής σου,
αυτού του κόσμου και του αλλουνού.
Σου τριβελίζει το μυαλό.
Κρασί κόκκινο που κάνει τα μελίγγια να κάνουνε χορό.
Είναι η κλειδοκράτορας η αληθινή,
φλόγα που καίει, νερό τρεχούμενο δροσερό.
Δώσε φιλί, φιλί καυτό,
κοίτα την στα μάτια μέχρι τον βυθό.
Γίνε η αναπνοή της, γίνε ο κεραυνός,
κρύψτην στην αγκαλιά σου, νανούρισέ την με ένα σκοπό.
Σε αγαπώ…