Poem: Stamatina Vathi
19-7-2016
Δεν μου βγαίνει δάκρυ, ούτε κραυγή, μόνο η απόλυτη σιωπή. Χαμένη η ματιά μου, χαμένες και οι σκέψεις μου.
Μόνο ένα κενό.
Δεν αισθάνομαι χτύπο, ούτε την αναπνοή μου, ένα συρτό ρόγχο ίσως από μια ελπίδα που φεύγει.
Παίρνω ανάσες δυνατές να την φέρω πίσω, αλλά το μυαλό ανθίσταται, η λογική είναι εκεί.
Η καρδιά ματωμενη, καλεί για βοήθεια, ποιος να την ακούσει.
Την έχουν βάλει φυλακή, αυτή φταίει για αυτά που δεν έβλεπε το μυαλό.
Σπαρταρά δυνατά, χτυπιέται, πονά.
Πόσο πονά!! Διαπεραστικά. Δεν μπορεί να ξαναελευθερωθει.
Οι μνήμες εκεί, φρουροί και αδυσώπητοι κυνηγοί.
Θα της θυμίζουν ότι ονειροβατεί. Ότι για αυτό τον πόνο φταίει μόνο αυτή.
Δεν είδε με τα μάτια καθαρά αλλά με τα άλλα, αυτά που αγαπά.
Γιατί να ήταν αυτή κάτι διαφορετικό, ήταν σαν όλες τις άλλες καρδιές για αυτό το αρπακτικό.
Νιώθει κοροϊδεμενη, καταπατημένη, μια Βασίλισσα στις λάσπες ριγμένη.
Τα αρπακτικά δεν νιώθουν διαφορά, όλες οι καρδιές είναι οι ίδιες για αυτά.
Πως αλήθεια μπορεί να βγει;
Όταν το στόμα δεν λέει αυτά που εννοεί.
Πως μπορεί να ξεκινήσει πάλι από την αρχή;
Πώς να εμπιστευτεί αυτόν από τον οποίον έχει προδωθεί;
Είναι δύσκολο αγαθό η εμπιστοσύνη, χωρίς απλοχερη παραχώρηση και ελεημοσύνη.
Αν χαθεί είναι κάτι το περίπου αναντικατάστατο, με τις μνήμες πάντα σαν δηλητήριο να επανέρχονται και να πληγώνουν.
Ένας ζωντανός θάνατος, μαρτυρικός και ισοπεδωτικός,
ένας ύπουλος εχθρός.
Ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι ήταν επειδή αισθάνθηκε.
Αισθάνθηκε τρυφερότητα, πίστη, ελπίδα, τόσο πλούσια συναισθήματα.
Και άλλα, αλλά πολλά που θα τα έδειχνε το σώμα μέσα από τα φιλιά.
Τώρα κάθεται εκεί, μόνη και ριμαγμενη.
Μια Πηνελόπη χωρίς τον Οδυσσέα, γιατί αυτός έχασε τον δρόμο του και δεν υπολόγισε την Ιθάκη που τον περιμένει.
Οι συνήθειες τον πήρανε μακριά της και ούτε ένα δάκρυ δεν θέλει να χυθεί για να ποτίσει την καρδιά της.
Φωτογραφία: Παύλος Παυλίδης