Poem : Stamatina Vathi
12-4-2019
Τα φύλλα έκρυβαν την πέτρα,
το καμπαναριό είχε αποκοιμηθεί,
μια σιγαλιά πλανεύτρα,
είχε εδώ και ώρα ξεχυθεί.
Αυτή η κυρά στην ρίζα του Αρνά,
καθόταν εδώ και αιώνες σιωπηλή.
Μόνο κάθε Ιούλη με του ήλιου τα προικιά,
είχε γιορτή.
Έλαμπε ο τόπος, έλαμπε το καμπαναριό,
τα δέντρα, οι ξερολιθιές και η πυραμίδα είχαν χορό.
Χαιρόταν, χαιρόταν που έβλεπε τόσο κόσμο που είχε να δει εδώ και καιρό.
Τέσσερις κολώνες γερές και στητές,
φύλακες και βιγλάτορες, νύμφες αληθινές,
έβλεπαν αιώνια το κάθε μικρό παιδί,
το κάθε έντομο, το κάθε ελεύθερο πουλί.
Η Θέα Άρτεμις είχε κουραστεί
και η Αγία Μαρίνα άγρυπνος φρουρός για κάθε του κάμπου και του βουνού ψυχή,
στεκόταν εκεί, ασάλευτη, με αυτιά ανοιχτά στην κάθε προσευχή.
Έξω δέντρα ψηλά, χόρτα άγρια, νερά κελαϊδοκέντητα και δροσερά.
Εκεί, εκεί αφουγκραζόταν κάθε λέξη σιωπηλή,
κάθε δάκρυ, κάθε σκέψη, κάθε πράξη,
με υπομονή.
Οι πέτρες πάνω τους είχαν ονόματα πολλά,
άτομα που πέρασαν από αυτή τη γη,
ιστορίες που μέσα στο χρόνο και στα μυαλά είχαν αφήσει και ένα πόνο,
μια ανεξίτηλη ουλή.
Γύρω, γύρω όλο εκκλησιές,
η Παναγίτσα, ο Άγιος Θανάσης,
ο Άγιος Νικόλας μάρτυρες και φρουροί,
έλουζαν τις πέτρες τους από του ήλιου τις ηλιαχτίδες κάθε πρωί.
Ελιά, ελιά και θυμάρι
και ένας ύμνος της ιστορίας σε κάθε χώμα, σε κάθε αγκωνάρι.
Γλυκολάλητη και ηλιοκεντημένη,
χάριζε άπλετα η κυρά την αγάπη της,
σε κάθε άνθρωπο, σε κάθε χαμένο της ζωής διαβάτη, πιστή να περιμένει.
Τα σκυλιά από το περιφραγμένο κτήμα είχαν αρχίσει να ουρλιάζουν,
ίσως είχαν αισθανθεί κάτι,
οι αισθήσεις δυνατά κραυγάζουν.
Δυο μπόμπιρες μικροί, με τα ποδήλατά τους, Ροβινσώνες κανονικοί,
είχαν την περιέργειά τους θεριέψει
και είχαν σε νέες περιπέτειες ξεπεζέψει.
Αλάλαζαν και έκαναν τους εξερευνητές,
οι πέτρες και τα ζωντανά, τα ζωύφια, τα μυρμήγκια και όλα τα ξωτικά κάθονταν και αφουγκραζόντουσαν κάθε σκέψη τους, κάθε ζαβολιά.
Γέμιζε ο τόπος από φωνές,
είχαν δεχτεί επίθεση από των μικρών τις σκανδαλιές.
Ο αγέρας φύσηξε ξαφνικά,
παρέσυρε τα σύννεφα και ο ήλιος ζεμάτισε τα παιδιά.
Πήγαν στην βρύση κρύο νερό να πιούν ,
να κάνουν και οι ίδιοι τους βιγλάτορες,
στην αγκαλιά της κυράς να κρυφτούν.
Είχε χαρές η Αγία Μαρίνα,
τα αγαπούσε τα παιδιά,
τους έδωσε ίσκιο και δροσερά γλυκά φιλιά.